Το tango και η milonga, αν και διαφορετικά είδη μουσικής είναι στενά συνδεδεμένα. Η milonga έχει περίπλοκη ιστορία και πολλές διαφορετικές έννοιες. Ο όρος στην Αργεντινή μπορεί να αναφέρεται στο χορό ή σε μια μουσική φόρμα ή σε μία χαλαρή, γιορταστική και κεφάτη συμπεριφορά. Σύμφωνα με τον Μπόρχες, είναι το τραγούδι της γειτονιάς, ένας από τους πιο σημαντικούς τρόπους έκφρασης του Μπουένος Άιρες.
Η πρώτη Milonga (Μιλόγκα) στην Αργεντινή ήταν μια μορφή λαϊκού τραγουδιού από τα προάστια του Μπουένος Άιρες. Η milonga, η οποία προηγείται ιστορικά του tango, ήταν ένα σόλο τραγούδι που δημιουργήθηκε κατά τον 19ο αιώνα από τους gauchos (ένα είδος Αργεντινών καουμπόι). Επίσης έγινε πολύ δημοφιλής με τους payadores, τραγουδιστές που αυτοσχεδίαζαν και φημίζονταν για την ευρηματικότητα των στίχων τους. Η milonga surena ή canberra ήταν ένα παραδοσιακό λαϊκό τραγούδι, με ουδέτερη μελωδία και με στίχους που κατέκλυζαν τον αυστηρά δομημένο ρυθμό. Ήταν η πιο σημαντική λαϊκή μουσική φόρμα στο Μπουένος Άιρες πριν από την εμφάνιση του tango (και σίγουρα μία από τις σημαντικές επιρροές στην εξέλιξή του).
Οι άνθρωποι πήγαιναν συχνά σε μέρη όπου θα μπορούσαν να ακούσουν τους payadores να τραγουδούν. Αυτά τα μέρη είχαν γίνει γνωστά ως milongas. Εκεί παίζονταν και άλλες μορφές της λαϊκής μουσικής, και πολλές από αυτές ήταν χορευτικές, όπως η milonga surena, η οποία σύμφωνα τη βιβλιογραφία δεν χορευόταν, γιατί ήταν κυρίως ακουστική και όλοι απολάμβαναν τους έξυπνους στίχους της.
Σε κάθε περίπτωση, σταδιακά, η σημασία της λέξης milonga επεκτάθηκε στην έννοια του χώρου των εκδηλώσεων. Ακόμα και σήμερα στο Μπουένος Άιρες, όταν κάποιος βγαίνει για χορό, πηγαίνει σε μια «milonga».
Πηγές:
Dale A. Olsen και Daniel E. Sheehy (επιμ.), The Garland Handbook of Latin American Music. NY & London: Routledge, 2000.
Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Εβαρίστο Καριέγκο, μτφ.Τάσος Δενέγρης. Αθήνα: Ύψιλον, 1984.
Ana Cara-Walker, Borges’ Milongas: The chords of Argentine verbal art. Στο: Carlos Cortinez (επιμ.) Borges the poet. Fayetteville: The University of Arkansas Press, 1986.
Wikipedia, ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια